Ήταν πριν πολλά χρόνια, τότε που το θησείο από στέκι
μετατρεπόταν σε κοσμοπολίτικο μέρος της Αθήνας. Τότε που άρχιζαν να αλλάζουν τα
μαγαζιά, από την φιλική εξυπηρέτηση, με το χαμόγελο και την καλή διάθεση, που
επειδή ήταν το στέκι μας ξέραμε μέχρι και τους ιδιοκτήτες και μας ξέρανε και
αυτοί, τότε που όλα αυτά γινόντουσαν απρόσωπα και οι ιδιοκτήτες πια δεν μας θυμόντουσαν
και γινόμασταν και εμείς πελάτες.
Όταν συχνάζεις σε ένα μέρος χρόνια και βλέπεις να αλλάζει, ε,
και είσαι και λίγο συναισθηματικός και δένεσαι με πράγματα, αυτή η αλλαγή σε
πληγώνει. Και άντε λες δεν πειράζει και ξαναπάς. Και δεν αισθάνεσαι όμορφα, και
νιώθεις την αλλαγή στο πετσί σου, στην ατμόσφαιρα, παντού. Έρχεται και ο λογαριασμός
και επιβεβαιώνει την αλλαγή. Πόσο? Μια ποικιλία και ένα 250αρη ρακόμελο 60 ευρώ?
Φεύγεις τρέχοντας. Και αυτό που κάποτε το αγαπούσες σταματάς να το αγαπάς και
το αποφεύγεις όπως ο διάολος το λιβάνι.
Έτσι αλλάξαμε στέκι, αλλάξαμε μαγαζί, αλλάξαμε και εμείς.
Και πέρασαν κάποια χρόνια και ήμουν με μια φίλη, ψάχναμε κάπου
να κάτσουμε, κάπου όμορφα να πιούμε ρακί. Και λέμε άντε ας κατηφορίσουμε στα στέκια
τα παλιά να δούμε τι γίνετε. Καθώς μπήκαμε στο λοξό δρομάκι μετά τον πεζόδρομο
του θησείου, περπατήσαμε λίγο και πήρε το μάτι μας ένα καινούριο μαγαζάκι, με
ωραία φώτα, ζεστό, και όμορφη διακόσμηση. Λέμε δεν καθόμαστε εδώ? Και κάτσαμε. από
τότε και επί 6 χρόνια καθόμαστε συχνά πυκνά.
Αλουστίνες. Ηρακλειδών 5, Αθήνα Θησείο.
Αλουστίνες είναι οι νεράιδες της Σύμης. Βγαίνουν τις
αυγουστιάτικες νύχτες χωρίς φεγγάρι. Κάθονται κάτω από τις λεύκες ‘η στα μέρη
που υπάρχει νερό. Εξαφανίζονται στο πρώτο λάλημα του πετεινού.
Πήραν το όνομα τους από τον μήνα Αύγουστο, που οι παλιοί το
ονόμαζαν και << Άλουστο >>, γιατί τις έξι πρώτες μέρες του – τις
δρίμες μέρες – δε λούζονταν για να μη τους πέσουν τα μαλλιά.
Είναι γυναίκες νέες, όμορφες αλλαμένες ή ασπροφόρες, κάποιοι
λένε όμως ότι έχουν αυτιά γαιδάρου.
Τρελαίνονται να χορεύουν κι αρπάζουν τους άντρες – νέους και
γέρους – και τους βάζουν στον χορό. Σαν χορεύουν οι Αλουστίνες τραγουδούν
<<Πάμπακος ή Μόλυβος >> αν ο άνθρωπος τους αποκριθεί <<
Πάμπακος >>, τον πετούν τόσο ψηλά που δε μένει τίποτε απ’ αυτόν, σαν
πέσει κάτω στη γη. Πρέπει να απαντήσει << Σίδηρος >> και τότε μόνο
δε θα πάθει τίποτε.
Όποιος πιάσει Αλουστίνα γίνετε ευτυχισμένος. Πρέπει να
περιμένει τη στιγμή που λαλεί ο πετεινός και θα χαθούν, να πιάσει από το χέρι
αυτή που διάλεξε και να την κρατήσει σφιχτά να μην του φύγει. Σαν κράξει πάλι ο
πετεινός κι εκείνη απομείνει πίσω, θα τον ακολουθήσει και θα κάνει ότι της
λέει. Θα τη βάλει να του αλέθει, γιατί το λέσιμό της δεν σώνεται ποτέ.
Κάποια μέρα όμως η Αλουστίνα θα βρει τρόπο να δραπετεύσει,
για να επιστρέψει στον κόσμο της…
Το αγαπώ πολύ αυτό το
μαγαζί. Με κάνει να νιώθω άνετα, σαν να είμαι στο καναπέ του σπιτιού μου.
Όμορφοι άνθρωποι χαμογελαστή. Ζεστοί.
Νιώθω ότι αν πας μια φορά, λόγο του ονόματος του ίσως,
εκπέμπει κάτι μαγικό που θα σε κάνει να ξαναπάς.
Όμορφο ζεστό περιβάλλον είτε κάτσεις μέσα είτε έξω, ωραία
διακόσμηση με χειροποίητα αντικείμενα και όμορφα χρώματα.
Δεν θα πω πολλά για να μη κουράσω. Πρέπει να το
επισκεφτείτε, θα χαρώ πολύ να μάθω τις εντυπώσεις σας.
Ένα είναι σίγουρο. Στις Αλουστίνες θα βρείτε ποτά, ρακόμελα,
τσίπουρα, τσικουδιές με ωραίες μουσικές από όλο τον κόσμο σε ένα ζεστό και
φιλικό περιβάλλον. Και με μία αυθεντικότητα που έχουν καταφέρει να διατηρήσουν τόσα χρόνια.